Σκέφτομαι τον κύριο και την κυρία Ρόουζ. Η αλήθεια είναι ότι στην ταινία γελούσαμε, στην πραγματική ζωή όμως... δεν είναι καθόλου έτσι. Τα ζευγάρια που «πολεμάνε» μεταξύ τους υποφέρουν, δεν είναι αστείο, οι ζωές τους χαλάνε και μαζί χαλάει η ποιότητα ζωής και όσων εμπλέκονται στην διαμάχη τους: πρώτα από όλα τα παιδιά και δευτερευόντως οι οικογένειες.
Γιατί όμως τόσο μίσος (ναι, πρόκειται για μίσος!), γιατί τόση βία, τέτοιος αλληλοσπαραγμός; Είναι η δύναμη της αγάπης, η δύναμη της συνήθειας ή μήπως ένας ακραίος εγωισμός που τροφοδοτεί την αντιπαλότητα;
Να σημειώσουμε εδώ ότι ο «πόλεμος» πολλές φορές ενυπάρχει και μέσα στην λειτουργία της ίδιας της οικογένειας- δεν περιμένει να ξεσπάσει μόλις το ζευγάρι χωρίσει. Συχνά μάλιστα οι διαπληκτισμοί, οι φωνές, οι βίαιες αντιδράσεις είναι εντονότερες ανάμεσα στα παντρεμένα ζευγάρια με αποτέλεσμα τα παιδιά να γίνονται σχεδόν καθημερινά μάρτυρες της ενδοοικογενειακής βίας και έτσι, να στιγματίζονται παντοτινά από εικόνες και βιώματα με ανυπολόγιστες συνέπειες για τον ψυχισμό τους.
Πώς μπορεί να επικρατήσει λογική; Πώς γίνεται ένα ζευγάρι να λήξει την σχέση του ειρηνικά και πολιτισμένα χωρίς ακρότητες, χωρίς «πολέμους»;
Η ιστορία των ζευγαριών που χωρίζουν δείχνει ότι η ποιότητα του χωρισμού είναι ανάλογη της ποιότητας της σχέσης που προϋπήρχε. Αν στο ζευγάρι υπήρχε αγάπη και κατανόηση, αλληλοσεβασμός, αποδοχή και ισοτιμία, τότε ακόμη και αν αγεφύρωτες διαφορές οδήγησαν στο διαζύγιο, αυτό θα γίνει με έναν τρόπο που θα αντιστοιχεί σε όσα προηγουμένως είχαν ζήσει. Προφανώς και θα υπάρχει πόνος, το διαζύγιο είναι μια απώλεια, επιφέρει πένθος και στο πένθος πονάμε… Εν τούτοις υπάρχει η αναγνώριση του τέλους, η αποδοχή της λήξης και του αποτελέσματος. Με δυο λόγια η αναγνώριση και η αποδοχή της ατομικότητας του άλλου.
Αντίθετα στα ζευγάρια των οποίων η σχέση και πριν το διαζύγιο ήταν κακή, χωρίς συνεννόηση, χωρίς φροντίδα, χωρίς νοιάξιμο, είναι μάλλον καταδικασμένα να χωρίσουν άσχημα, συντηρώντας και τότε τις κακές συνήθειές τους… με θύματα τόσο τους ίδιους όσο και τα παιδιά τους.
Ο Κος και η Κά Ρόουζ άργησαν να μάθουν τις αξίες του σεβασμού, της αποδοχής και της εμπιστοσύνης. Έπαιξαν και έχασαν, όμως αυτοί ήταν ρόλοι σε μια ταινία. Εμείς που πρωταγωνιστούμε στο έργο της ζωής μας, ας πάρουμε τον ρόλο μας πιο σοβαρά… ας δώσουμε ένα ρεσιτάλ ερμηνείας.
Ο Γιάννης Ξηντάρας είναι Ψυχολόγος-Σύμβουλος Γάμου στην Αθήνα, απόφοιτος Πανεπιστημίου Αθηνών και Strathclyde University. Μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων και της Ελληνικής Προσωποκεντρικής και Βιωματικής Εταιρείας, επιστημονικός υπεύθυνος στο Κέντρο Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης “Επαφή”.