Αμάξια κάθε λογής, κάρα, σούστες, ήταν φορτωμένα με εμπορεύματα, κάρβουνα, ξύλα, άχυρα, και περίμεναν τον έλεγχο για να πληρώσουν το φόρο και να μπουν στην πόλη.
Από τα αμάξια αυτά ξεχώριζε ένα πολύ παράξενο καρόσπιτο, που βρισκόταν αρκετά μακριά από την πύλη. Η καρότσα του αμαξιού αυτού στηριζόταν σε τέσσερις χαμηλές ρόδες, ενώ στις τέσσερις γωνίες είχε ορθοστάτες όπου στερεωνόταν μια τέντα, κι από πάνω μια σκεπή από πισσόχαρτο. Το ξεθωριασμένο χρώμα της τέντας έδειχνε ότι κάποτε ήταν βαμμένη γαλάζια. Το ίδιο ξεθωριασμένες ήταν και οι επιγραφές πάνω στην τέντα, και στις τέσσερις πλευρές της. Η μια επιγραφή ήταν ελληνική αλλά δύσκολα διάβαζε κανείς τα πέντε γράμματα «ΦΩΤΟΓ», τ’ άλλα ήταν σβησμένα. Πιο κάτω διάβαζε κανείς τη γερμανική επιγραφή «ΓΚΡΑΦΙΕ», πιο πέρα μια ιταλική «ΦΙΑ», και στο τέλος μια κάπως πιο καινούρια γαλλική επιγραφή «ΦΩΤΟΓΚΡΑΦΙ». Αυτές οι μισοσβησμένες επιγραφές έδειχναν καθαρά τις διάφορες χώρες απ’ όπου είχε περάσει το φτωχικό εκείνο αμάξι, πριν μπει στη Γαλλία. Πώς όμως μπορούσε το γαϊδουράκι, που οδηγούσε το αμάξι, να το είχε φέρει από τόσο μακριά;
Με την πρώτη ματιά κανείς δεν πίστευε ότι αυτό ήταν δυνατό. Το γαϊδουράκι φαινόταν τόσο αδύνατο και εξαντλημένο. Αν όμως το καλοκοίταζε κανείς, καταλάβαινε ότι τούτο το γαϊδουράκι ήταν ένα ρωμαλέο ζώο, αρκετά ψηλό, ψηλότερο από αυτά που βλέπουμε συνήθως στην Ευρώπη και η εξάντλησή του ήταν απλώς αποτέλεσμα κούρασης. Με όλη του όμως την κούραση κρατούσε το κεφάλι του ψηλά και το βλέμμα του έδειχνε πείσμα, θέληση κι εξυπνάδα. Τα χάμουρά του δεν ήταν σε καλύτερη κατάσταση από το υπόλοιπο αμάξι. Ήταν φτιαγμένα από σπάγγους και σχοινιά, χοντρά, λεπτά, σε διάφορα χρώματα ό, τι είχε βρεθεί πρόχειρα.
Κοντά στο γαϊδουράκι ήταν ένα κοριτσάκι έντεκα ή δώδεκα χρονών, που καθόταν στο κράσπεδο του πεζοδρομίου και το πρόσεχε. Τα χαρακτηριστικά του κοριτσιού ήταν παράξενα και έδειχναν κάποιο ανακάτεμα ράτσας. Τα μαλλιά της ήταν κατάξανθα, ενώ το πρόσωπό της μελαχροινό. Τα μάτια της ήταν μαύρα κι αμυγδαλωτά, με έκφραση σοβαρή κι έξυπνη. Το κορμί της ήταν ντελικάτο, οι ώμοι της όμως ξεχώριζαν γεροί κάτω από την τρομερή ζακέτα που φορούσε. Το φτωχικό της ντύσιμο δεν αφαιρούσε τίποτα από το περήφανο και αγέρωχο ύφος της.
Ο γάιδαρος στεκόταν πίσω από ένα μεγάλο αμάξι φορτωμένο χορτάρι, και μπορούσε εύκολα να κλέβει καμιά χαψιά για να χορταίνει την πείνα του. Αυτό το έκανε πάντα με πολλή πονηριά και πολλή προφύλαξη η Περίνα όμως ήταν εκεί για να τον προσέχει και να τον εμποδίζει.
-Ε, παλικάρι, κάθισε φρόνιμα! του φώναζε.
Αμέσως το γαϊδουράκι κατέβαζε το κεφάλι σαν ένοχος μέχρι να μασήσει καλά το χόρτο που είχε στο στόμα του. Μόλις όμως γινόταν αυτό, άρπαζε άλλη μια μπουκιά με την ίδια πονηριά και βιασύνη.
Η Περίνα είχε μαλώσει το γαϊδουράκι της πέντε φορές, όταν άκουσε μια φωνή μέσα από το καρόσπιτο:
-Περίνα!
Σηκώθηκε αμέσως, παραμέρισε την κουρτίνα και μπήκε στο αμάξι. Μια γυναίκα ήταν ξαπλωμένη σ’ ένα στρώμα πολύ λεπτό, κολλημένο σχεδόν στο πάτωμα.
-Τι με θέλεις, μαμά; ρώτησε το κορίτσι.
-Τι κάνει το Παλικάρι;
-Τρώει χόρτο από το αμάξι που είναι μπροστά του.
-Μην το αφήνεις, Περίνα!
-Πεινάει!
-Η πείνα δεν είναι δικαιολογία για να παίρνουμε το ξένο χόρτο…
ΕΚΤΟΡ ΜΑΛΟ, Με οικογένεια , εκδόσεις Παπαδόπουλος, έκδοση 1988.
…
Κάθε βδομάδα η νηπιαγωγός-συγγραφέας παιδικών βιβλίων Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας (παραμύθι ή ποίημα) ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.
Ένας εικονογράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση αυτό.
Περιμένουμε τις εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνσηΑυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Τη σημερινή εικόνα έκανε η Αγγελική Ξιάρχη.
Γεννήθηκα το 1992 στην Κόρινθο , είμαι τεταρτοετής φοιτήτρια του τμήματος λογοθεραπείας του Τει Καλαμάτας. Η ζωγραφική είναι το χόμπι μου -ασχολούμαι τα τελευταία 2 χρόνια .
https://www.facebook.com/aggelikh.xiarxh?fref=ts
…
Για τοSugarMama,
με αγάπη από τη Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.