σὰν νύφ᾿ ἡ γῆ, πὄχει ἄμετρα ἄνθη προίκα,
λάμπει ἐνῶ σβηέται τῆς αὐγῆς τ᾿ ἀστέρι.
Πεταλοῦδες πετοῦν ταίρι μὲ ταίρι,
ἐδῶ βουίζει μέλισσα, ἐκεῖ σφήκα·
τὴ φύση στὴν καλή της ὥρα ἐβρῆκα,
λαχταρίζει ἡ ζωὴ σ᾿ ὅλα τὰ μέρη.
Κάθε μοσχοβολιὰ καὶ κάθε χρῶμα,
κάθε πουλιοῦ κελάηδημα ξυπνάει
πόθο στὰ φυλλοκάρδια μου κι ἐλπίδα
νὰ σοῦ ξαναφιλήσω τ᾿ ἅγιο χῶμα,
νὰ ξαναϊδῶ καὶ τὸ δικό σου Μάη,
ὄμορφή μου, καλή, γλυκειὰ πατρίδα.